Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Υπογραμμίσεις ΙV: Δημήτρης Πετσετίδης

Τον Δημήτρη Πετσετίδη τον γνώρισα ως φροντιστή Μαθηματικών. Εκεί, στη Β΄ Λυκείου, οι δικοί μου έκριναν ότι έπρεπε να πάω φροντιστήριο αν ήθελα να πετύχω στις πανελλήνιες, αν ήθελα, δηλαδή, να κάνω κάτι στη ζωή μου... Απίστευτος χιουμορίστας, ο Πετσετίδης είχε τις δικές του μεθόδους και ήξερε να κεντρίζει το ενδιαφέρον των μαθητών του. Είναι σίγουρα από τους ανθρώπους που με έκαναν να αγαπήσω τα Μαθηματικά, έστω κι αν δεν έγινα ποτέ καλός σε αυτά - κανείς τους δεν ευθύνεται γι' αυτό, είναι μάλλον εγκεφαλικό μου θέμα. Κάπου στην πορεία ανακάλυψα ότι έγραφε διηγήματα και άρχισα σιγά σιγά να αγοράζω τα βιβλία του από το βιβλιοπωλείο του Σαμπατάκου - μιλάμε για τη Σπάρτη των μέσων της δεκαετίας του '90. Ανακάλυψα, έτσι, έναν από τους αγαπημένους μου συγγραφείς. Δεν είμαι σε θέση να κάνω αναλύσεις, ξέρω μόνο ότι απολαμβάνω πραγματικά τη γραφή του και τον τρόπο με τον οποίο πλέκει το βίωμα με τη φαντασία. Αναζητήστε τον εδώ: http://www.petsetidis.gr.

Λέει, ο άλλος, ο διανοούμενος, ότι όλοι εμείς, όσοι έχουμε μια κουλτούρα -δικά του τα λόγια-, πρέπει να ερχόμαστε σε επαφή, πρέπει να συζητάμε, να ανταλλάσσουμε απόψεις, αυτός μιλάει όλο για κουλτούρες και τα συναφή, τον ενοχλεί, λέει, η υποβάθμιση του πολιτιστικού μας επιπέδου και η χύδην υποκουλτούρα, όμως εγώ θα προτιμούσα να μιλάω με τη Δωροθέα, προτιμώ να θυμάμαι τα γλυκά πράσινα μάτια της έτοιμα να βουρκώσουν όταν ήθελα να την πείσω ότι ερχόμαστε από το τίποτε, άπειρους χρόνους δεν υπήρχαμε και επ' άπειρον θα εξαφανιστούμε, και ότι είμαστε τυχεροί που έστω για τόσο λίγο χάρηκαν τα μάτια μας τον Κόσμο, χάρηκαν οι ματιές μας το αγκάλιασμά τους.
----------------------------------------------------------------------------------
Τον θυμάμαι συχνά τον Χριστάρα, θυμάμαι και τον Βούλη και τον Ντελαλή και τον Κώστα κι ένα σωρό άλλους φίλους, κορίτσια, συμμαθητές, χαμένους για πάντα. Λένε ότι όταν θυμάσαι τους πεθαμένους είναι σαν να ξαναζούν, και δεν έχουν άδικο όσοι λένε κάτι τέτοια, μόνο έτσι ζουν οι πεθαμένοι.
----------------------------------------------------------------------------------
Έλεγα ότι καιρός υπάρχει, έχουμε καιρό, άσε γι' αργότερα, προς τι η σπουδή, κι αν χάσουμε την ευκαιρία να γνωρίσουμε καμιά γκόμενα ή αν χάσουμε την ευκαιρία να αποκτήσουμε μια καρέκλα, σπουδαία τα λάχανα. Φροντίζαμε τις τρεις διαστάσεις μας -φροντίδα να το πεις κι αυτό!-, και κάναμε κοιλίτσα αδιαφορώντας για την τέταρτη διάσταση, την ύπουλη, που μας διαβρώνει και μας κατατρώγει σιγά σιγά, αυτή που είναι το σαράκι της σάρκας. Κι ανεπαισθήτως δεν αντιληφθήκαμε πότε το κορμί-λαμπάδα, πότε το κορμί-κυπαρίσσι έγινε τέτοιο, να κατουράς και να μη βλέπεις το πουλί σου, ακούς για λαμπάδες και κυπαρίσσια κι ο νους σου αλλού πετάει, σε πιάνει σύγκρυο.
----------------------------------------------------------------------------------
Είμαστε τυχεροί που είδαμε το φως του Κόσμου ή άτυχοι που για εμάς διακόπηκε η αλυσίδα τής ανυπαρξίας για να έχουμε το φρικτό προαίσθημα της απώλειας, ώσπου να χαθούμε για πάντα;
----------------------------------------------------------------------------------
Ο Σταύρος έχασε νωρίς την παρτίδα, εμείς συνεχίζουμε να παίζουμε. Δεν μας μένει άλλο παρά να παίξουμε, να ψάξουμε, να επινοήσουμε, μέχρι την ημέρα που θα έρθει εκείνος που δεν θα την χάσει και θα δώσει τις κρυφές κινήσεις της βαριάντας και στους άλλους, σε όλους τους άλλους, και, τότε, θα γεμίσει το Σύμπαν σκακιστές που θα παίζουν την Αθάνατη παρτίδα.
----------------------------------------------------------------------------------
Λένε ότι το σκάκι μοιάζει με τη ζωή, τη ζωή, τελικά, με πολλά μπορούμε να την παρομοιάσουμε. Το σκάκι μοιάζει και με πόλεμο, αλλά και η ζωή τι άλλο από πόλεμος είναι;
----------------------------------------------------------------------------------
Έπρεπε να περάσουν χρόνια με αγώνες πάνω στη σκακιέρα, να έρθουν ήττες και ήττες για να καταλάβω ότι στο σκάκι σημασία έχει να μάθεις να χάνεις. Όπως και στη ζωή.
----------------------------------------------------------------------------------
Γύρω μας, στα διπλανά τραπέζια, γευματίζουν διάφοροι επώνυμοι, ηθοποιοί, πολιτικοί, δήθεν αδιάφοροι για τους απλούς ανθρώπους όπως εμάς που τους χαζεύουν, είναι όμως τόσο φανερά επιτηδευμένη η αδιαφορίας τους που τους προδίδει.
----------------------------------------------------------------------------------
Κάποτε ένας έτυχε να τον αντιληφθεί πρωί πρωί να βγαίνει από το νεκροταφείο και αργότερα, δοθείσης ευκαιρίας, τον ρώτησε πώς και δεν φοβάται τη νύχτα σε ένα τέτοιο μέρος, αλλά δέχτηκε μιαν αποστομωτική απάντηση: "Εγώ τους ζωντανούς φοβάμαι, όχι τους πεθαμένους", και δεν προχώρησε παρακάτω την κουβέντα.

Δημήτρης Πετσετίδης, Σε Ξένο Γήπεδο, εκδόσεις Πατάκη, 2003

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι... "300" ηρωικοί αναγνώστες