Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2018

Υπογραμμίσεις X: Stephen King (IV)

Είδα την κινηματογραφική εκδοχή του It στις 28 του περασμένου Σεπτέμβρη, παρέα με τη Ναταλία, την Ειρήνη και τη Μαριέλλη, συναδέλφισσες στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Και, βγαίνοντας από το Cine Villagio στο Καμάρι, τρομαγμένος αλλά και συγκινημένος, έσπευσα στο παραδίπλα βιβλιοπωλείο για να αγοράσω τον πρώτο τόμο της νέας, χωρίς περικοπές έκδοσης του βιβλίου.

Είχα διαβάσει την προηγούμενη βερσιόν (από τις εκδόσεις Bell), εκεί γύρω στην αλλαγή της χιλιετίας, πιθανότατα καλοκαίρι στη Σαλαμίνα. Και θυμάμαι ότι μου άρεσε πολύ, αλλά ότι με είχε απογοητεύσει η τελική μάχη των παιδιών με το Αυτό. Τούτη τη φορά ήμουν σε καταλληλότερη ηλικία για να αντιληφθώ όχι μόνο τη μάχη αλλά το σύνολο του επικού έργου (1750 σελίδων πλέον). Μπορεί ο τριαντάρης King να μη μπορεί να συναγωνιστεί σε σοφία τον εβδομηντάρη εαυτό του, όμως στο εν λόγω βιβλίο είναι μαέστρος, ζωντανεύοντας την άρρωστη ατμόσφαιρα του Ντέρι με τρόπο απαράμιλλο και εμβαθύνοντας διεξοδικά στα θέματα της φιλίας, της παιδικότητας και της ενηλικίωσης.

Ένιωσα αυθεντική χαρά αλλά και αυθεντικό τρόμο διαβάζοντας μόνος στη Σαντορίνη, κυρίως τις νύχτες. Και το σπίτι ήταν σαν να φρόντιζε να συναινέσει στην ατμόσφαιρα: από παντού ξεφύτρωναν μεγάλες αράχνες και όλοι οι χάρτινοι σελιδοδείκτες που χρησιμοποίησα εξαφανίζονταν ο ένας μετά τον άλλο. Δεν κατάφερα ποτέ να βρω κανέναν τους...

Ήταν ευχαρίστηση να κλείσει κατάμουτρα το τηλέφωνο σ' αυτή τη μηχανικά μονότονη φωνή -δεν του ήταν καθόλου δύσκολο να φανταστεί κάποιο στρογγυλόμορφο τέρας θαμμένο κάπου στα έγκατα της γης, να χύνει ποτάμια ιδρώτα κρατώντας χιλιάδες ακουστικά τηλεφώνου στα χιλιάδες αρθρωτά μεταλλικά πλοκάμια του -η Μαμά Bell στον ρόλο του Ντόκτορ Οκτάπους, της νέμεσης του Σπάιντερμαν. Κάθε χρόνο ο κόσμος στον οποίο ενδημούσε ο Ριτς τού έδινε όλο και περισσότερο την εντύπωση ενός αχανούς ηλεκτρονικού στοιχειωμένου σπιτιού, μέσα στο οποίο ψηφιακά φαντάσματα και τρομαγμένα ανθρώπινα όντα ζούσαν σε διαταραγμένη συνύπαρξη.
-----
Τότε τον κατέκλυσε το πρώτο κύμα πραγματικού τρόμου και δεν είχε τίποτα το υπερφυσικό. Ήταν μονάχα μια συνειδητοποίηση του πόσο εύκολα μπορούσε κανείς να καταστρέψει τη ζωή του. Αυτό ήταν το τρομακτικό. Απλώς έστρεφες τον ανεμιστήρα πάνω σε όλα όσα είχες κοπιάσει επί χρόνια να συγκεντρώσεις, και ανέβαζες τον αναθεματισμένο τον διακόπτη. Εύκολο. Κάψ' τα όλα ή σκόρπα τα όλα στους πέντε ανέμους, κι έπειτα απλώς πάρε τα βουνά.
-----
Άφησε το φρένο, πάτησε το γκάζι κι έφυγε, νιώθοντας για άλλη μία φορά πόσο εύκολο ήταν να γλιστρήσεις μέσα σε μια απρόβλεπτη ρωγμή του στρωμένου δρόμου που μέχρι τότε πίστευες ότι ήταν η ζωή σου -πόσο εύκολο ήταν να περάσεις στη σκοτεινή πλευρά, να βγεις από το μαύρο και να μπεις στο κατάμαυρο.
-----
[...] ο πατέρας του του είχε πει κάποτε ότι αν ένας άντρας είναι με τα σωστά του, του σερβίρεις αυτό για το οποίο πλήρωσε, ας είναι και κάτουρο, ας είναι και κώνειο. Ο Ρίκι Λι δεν ήξερε αν η συμβουλή ήταν καλή ή όχι, όμως ήξερε ότι αν έβγαζες το ψωμί σου σερβίροντας ποτά, τις περισσότερες φορές αυτή η συμβουλή σε έσωζε από το να σε κάνει δόλωμα για αλιγάτορες η ίδια σου η συνείδηση.
-----
"[...] όλα όσα απέκτησα και όλα όσα έχω τα οφείλω σ' αυτό που κάναμε τότε, και σε τούτο τον κόσμο ό,τι παίρνεις πρέπει να το πληρώνεις. Ίσως γι' αυτό και ο Θεός μάς έπλασε στην αρχή παιδιά για να είμαστε κοντά στο χώμα, γιατί Εκείνος ξέρει ότι πρέπει να πέσεις πολλές φορές και να ματώσεις μέχρι να πάρεις ένα απλό μάθημα. Πληρώνεις για ό,τι παίρνεις, ό,τι πλήρωσες σου ανήκει... και, αργά ή γρήγορα, ό,τι σου ανήκει σου επιστρέφεται."
-----
Αν θέλετε να μάθετε ό,τι υπάρχει να μάθει κανείς για τη ζωή του Αμερικανού ή της Αμερικανίδας της μεσαίας τάξης στην τελική περίοδο της χιλιετίας, δεν έχετε παρά να δείτε το φαρμακείο του σπιτιού τους -ή, τουλάχιστον, έτσι λέγεται.
-----
Μερικές φορές το σπίτι σου είναι εκεί που βρίσκεται η καρδιά σου, σκέφτηκε ασυναίσθητα ο Έντι. Το πιστεύω αυτό. Ο γερο-Μπόμπι Φροστ είπε κάποτε ότι σπίτι είναι το μέρος όπου αν πας, υποχρεούνται να σε δεχτούν. Δυστυχώς, είναι επίσης και το μέρος όπου, μόλις σε μπάσουν μέσα, δεν θέλουν να σ' αφήσουν να ξαναφύγεις. Ποτέ.
-----
Σπίτι είναι το μέρος όπου όταν τελικά φτάσεις, πρέπει να ακτικρίσεις κατάματα το πράγμα στο σκοτάδι.
-----
Είχε αρχίσει πάλι να κλαίει. Τα δάκρυα ήταν η τελευταία άμυνά της, ακριβώς όπως και της μητέρας του: το πιο ήπιο όπλο που παραλύει, που μετατρέπει την καλοσύνη και την τρυφερότητα σε θανάσιμες ρωγμές στην άμυνά σου.
-----
"Δεν καταλαβαίνω τίποτε απ' αυτά. Γιατί πρέπει σώνει και καλά μια ιστορία να είναι κοινωνικο-οτιδήποτε; Η πολιτική... ο πολιτισμός... η ιστορία... δεν είναι φυσικά συστατικά της οποιασδήποτε ιστορίας, αν αυτή η ιστορία είναι καλά ειπωμένη; Θέλω να πω..." Κοιτάζει γύρω του, βλέπει εχθρικά βλέμματα και τότε συνειδητοποιεί συγχυσμένος ότι οι συμφοιτητές του εκλαμβάνουν τα λόγια του σαν επίθεση. Ίσως και να είναι. Σκέφτονται, όπως συνειδητοποιεί, ότι ενδεχομένως να ελλοχεύει ανάμεσά τους ένας σεξιστής έμπορος θανάτου. "Θέλω να πω... γιατί δεν μπορείτε ν' αφήσετε μια ιστορία να είναι απλώς μια ιστορία;"
-----
Γράφοντας την ιστορία, ο Μπιλ νιώθει κάτι σαν θρησκευτική ανάταση· αισθάνεται, μάλιστα, ότι αντί να λέει την ιστορία, απλώς την παρακολουθεί να αναβλύζει από μέσα του. [...] το κεφάλι του είναι τόσο γεμάτο από την ιστορία, που κοντεύει να σκάσει· είναι λίγο τρομακτική αυτή η απαίτηση της ιστορίας για απελευθέρωση. Νιώθει ότι αν δεν μπορέσει να της ξεφύγει μέσω της ανηλεούς διαδικασίας της ταχύτατης συγγραφής, θα του βγει κυριολεκτικά απ' τα μάτια, μες στη βιασύνη της να δραπετεύσει και να αποκρυσταλλωθεί. "Εγώ όμως θα της αλλάξω τα φώτα", εξομολογείται στο ανταριασμένο χειμερινό σκοτάδι και γελάει λιγάκι -μ' ένα τρεμουλιαστό γέλιο.
-----
"Νιώθω όπως πρέπει να νιώθει ένα πουλί όταν έρχεται το φθινόπωρο και ξέρει... κατά κάποιον τρόπο απλώς ξέρει ότι πρέπει να γυρίσει σπίτι του. Είναι το ένστικτο, μωρό μου... κι εγώ πιστεύω ότι το ένστικτο είναι ο ατσάλινος σκελετός κάτω από όλες τις ιδέες μας περί ελεύθερης βούλησης. Εκτός κι αν είσαι πρόθυμος να κάνεις χαρακίρι, να τινάξεις τα μυαλά σου στον αέρα ή να πέσεις στον γκρεμό, σε μερικά πράγματα δεν μπορείς να πεις όχι. Δεν μπορείς να αρνηθείς την επιλογή γιατί επιλογή δεν υπάρχει."
-----
Για να μάθει κανείς τι είναι ένα μέρος, πιστεύω πραγματικά ότι πρέπει να ξέρει τι ήταν.
-----
Η έξαψη ήταν δύσκολο να εξηγηθεί. Ήταν ένα μοναχικό συναίσθημα -κατά κάποιον τρόπο μελαγχολικό. Ο Μπεν βρισκόταν έξω· διέσχιζε την πόλη καβάλα στον άνεμο, και κανένας απ' όσους βρίσκονταν στα σπίτια τους, πίσω από τα φωτεινά τετράγωνα των παραθύρων, δεν τον έβλεπε. Αυτοί ήταν μέσα, εκεί όπου υπήρχε φως και ζεστασιά. Ήταν ανυποψίαστοι για την παρουσία του. Μόνο εκείνος ήξερε ότι τους είχε προσπεράσει. Ήταν κάτι μυστικό.
-----
Υποσυνείδητο; Α, ναι, σίγουρα υπήρχε κάτι εκεί κάτω, ο Μπιλ όμως θεωρούσε ότι ο κόσμος έπαιρνε πολύ στα σοβαρά μια λειτουργία που μάλλον ήταν το ψυχικό αντίστοιχο του δακρύσματος των ματιών όταν έμπαινε σκόνη μέσα τους ή του κλασίματος περίπου μία ώρα μετά από ένα πλούσιο γεύμα. Ίσως η δεύτερη μεταφορά να ήταν η καλύτερη απ' τις δύο, μα δεν ήταν δυνατόν να πεις στους δημοσιογράφους ότι, κατά τη γνώμη σου, πράγματα όπως τα όνειρα και η λαχτάρα για κάτι αόριστο, καθώς και οι εμπειρίες όπως το déjà vu δεν είναι παρά ένα μάτσο ψυχικές πορδές. Αλλά φαίνονταν να χρειάζονται κάτι, όλοι αυτοί οι ρεπόρτερ με τα σημειωματάριά τους και τα γιαπωνέζικα μαγνητοφωνάκια τους, και ο Μπιλ ήθελε να τους βοηθήσει όσο μπορούσε. Ήξερε ότι η συγγραφή ήταν δύσκολη δουλειά, μια αναθεματισμένα δύσκολη δουλειά. Δεν υπήρχε λόγος να κάνει τη δική τους δυσκολότερη λέγοντάς τους: "Μήπως, φίλε μου, να με ρωτήσεις "Ποιος την αμόλησε;" και να τελειώνεις με την ερώτηση;"
-----
Ίσως η λήθη να είναι πράξη ελέους.
-----
Δεν τον ενδιέφερε αν επρόκειτο για απεικονίσεις ανθρώπων και τόπων που γνώριζε ο ίδιος· αυτό που τον συνάρπαζε ήταν η ίδια η ιδέα της φωτογραφίας.

[...] υπήρχαν φορές που ένιωθε ότι αγαπούσε περισσότερο τον Τζορτζ όταν τον φοβόταν, γιατί ακόμα και μέσα στον φόβο του -ακόμα κι όταν ταραζόταν στην ιδέα ότι ένας Τζορτζ-ζόμπι ίσως καραδοκούσε μες στην ντουλάπα ή κάτω από το κρεβάτι-, ακόμα και τότε δεν ξεχνούσε πόσο είχε αγαπήσει τον Τζόρτζι εδώ μέσα, και πόσο τον είχε αγαπήσει κι αυτός. Προσπαθώντας να συμφιλιώσει αυτά τα δύο συναισθήματα -την αγάπη και τον τρόμο του-, ο Μπιλ ένιωθε πιο κοντά στην ανακάλυψη της οριστικής αποδοχής.
-----
[...] γνωρίζοντας ότι ο Τζορτζ είχε πεθάνει πριν προλάβει να μάθει να μένει μέσα στις γραμμές όταν χρωμάτιζε, γνωρίζοντας ότι η ζωή του είχε τελειώσει οριστικά και αμετάκλητα με μόνο αυτούς τους λίγους ελέγχους από το νηπιαγωγείο και την πρώτη δημοτικού, όλη η βλακώδης αλήθεια του θανάτου έπεσε με ορμή πάνω στον Ρίτσι για πρώτη φορά. Ήταν λες κι ένα μεγάλο σιδερένιο χρηματοκιβώτιο είχε πέσει πάνω στο μυαλό του και είχε θαφτεί εκεί. Θα μπορούσα να πεθάνω! του ούρλιαζε ξαφνικά το μυαλό του, έντρομο από το μέγεθος της προδοσίας. Ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε! Ο οποιοσδήποτε θα μπορούσε!
-----
Ήταν το χειρότερο πράγμα που μπορούσε να σκεφτεί η Ελφρίντα Μαρς. Το να πεθάνει το παιδί σου ή να πάθεις καρκίνο δεν ήταν τίποτα μπροστά του. Μπορεί να ήσουν φτωχός· μπορεί να περνούσες τη ζωή σου δύσκολα. Στον πάτο του βαρελιού όμως, ακόμα και κάτω απ' αυτόν, ίσως ερχόταν μια στιγμή που θα αναγκαζόσουν να ζήσεις απ' την Πρόνοια και να πίνεις ως δώρο τον τίμιο ιδρώτα των άλλων.
-----
Ποιος ξέρει όμως πόσο μπορεί να κρατήσει ένα πένθος; Άραγε δεν είναι πιθανό, ακόμα και τριάντα ή σαράντα χρόνια αφούτου χάσεις ένα παιδί ή έναν αδερφό ή μια αδερφή, να ξυπνήσεις μια μέρα με τη σκέψη σου στον αγαπημένο σου άνθρωπο, να τον σκεφτείς νιώθοντας το ίδιο αβάσταχτο κενό, το κενό που άφησε πίσω του και που αισθάνεσαι ότι δεν θα καλυφθεί ποτέ... ίσως ούτε ακόμα και με τον θάνατο;
-----
Αν τα γρανάζια του σύμπαντος λειτουργούν συντονισμένα, τότε το κακό πάντα αναπληρώνεται με το καλό -το καλό όμως μπορεί να είναι εξίσου αποτρόπαιο.
-----
"Αν ο πατέρας είναι κουράδα, ο γιος θα είναι πορδή."
-----
Έτσι είναι και με τις ιστορίες. Η μία οδηγεί στην επόμενη, και στη μεθεπόμενη, και στη μεθεπόμενη· ίσως πηγαίνουν προς την κατεύθυνση που θέλεις κι εσύ να πας, ίσως και όχι. Στο τέλος το πιο σημαντικό πιθανόν να είναι η φωνή που λέει την ιστορία παρά οι ίδιες οι ιστορίες.
-----
"Στους εφιάλτες μπορούμε και σκεφτόμαστε το χειρότερο. Υποθέτω ότι αυτός είναι και ο λόγος της ύπαρξής τους."
-----
[...] συνειδητοποίησε ότι τα παιδιά αντιμετώπιζαν καλύτερα τα ξώφαλτσα ραντεβού τους με τον θάνατο, αλλά και το ανεξήγητο στη ζωή τους. Τα παιδιά είχαν μια άρρητη πίστη στον κόσμο του αοράτου. Θαύματα πάσης φύσεως, τόσο τα σκοτεινά όσα και τα φωτεινά, έπρεπε να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη,ω, ναι, με κανένα τρόπο όμως δεν σταματούσαν τη ζωή τους. Μια ξαφνική αναστάτωση από κάτι όμορφο ή τρομακτικό στα δέκα σου χρόνια δεν θα ήταν λόγος να μη φας ένα επιπλέον χοτ ντογκ με τυρί στο μεσημεριανό φαγητό σου.
-----
[...] ο Ρίτσι θεωρούσε ότι οι Danny and the Juniors είχαν περισσότερο δίκιο από τη μαμά του σ' αυτό το θέμα -το ροκ εντ ρολ δεν θα πέθαινε ποτέ. [...] Ο ρυθμός τον έκανε να νιώθει πιο μεγάλος, πιο δυνατός, πιο εκεί. [...] Αυτή η μουσική είχε δύναμη, μια δύναμη που πάνω απ' όλα φαινόταν να ανήκει δικαιωματικά σε όλα τα κοκαλιάρικα παιδιά, τα χοντρά παιδιά, τα άσχημα παιδιά, τα ντροπαλά παιδιά -με λίγα λόγια, τους λούζερ αυτού του κόσμου. Μέσα της, ο Ρίτσι ένιωθε μια εξωφρενική ενέργεια που είχε τη δύναμη να σκοτώσει και συνάμα να εξυψώσει.
-----
Χριστέ μου, βόγκηξε νοερά, αν αυτά είναι τα πράγματα που πρέπει να σκέφτονται οι μεγάλοι, δεν θέλω να μεγαλώσω ποτέ.
-----
Η ενέργεια που τόσο άπληστα αντλούσες όταν ήσουν παιδί, η ενέργεια που πίστευες ότι θα παρέμενε ανεξάντλητη -αυτή η ενέργεια σε εγκατέλειπε κάπου ανάμεσα στα δεκαοχτώ και τα είκοσι τέσσερα, για να αντικατασταθεί από κάτι πολύ πιο υποτονικό, κάτι τόσο κίβδηλο όσο και το χάι της κοκαΐνης: τις επιδιώξεις ίσως ή τον σκοπό ή τους στόχους ή όποια λέξη του τάδε σχεδίου του Υπουργείου Εμπορίου για την ενίσχυση της νεανικής επιχειρηματικότητας ήθελες να χρησιμοποιήσεις. Δεν ήταν σπουδαία υπόθεση· δεν στέρευε όλη μεμιάς, μ' ένα μεγάλο μπαμ. Και ίσως, σκεφτόταν ο Ρίτσι, αυτό να ήταν το τρομακτικό κομμάτι. Το ότι δεν σταματάς να είσαι παιδί μεμιάς, μ' ένα μεγάλο μπαμ [...]. Το παιδί μέσα σου απλώς έφευγε, σαν τον αέρα από σκασμένο λάστιχο.
-----
 Αυτοί εδώ ήταν οι φίλοι του, και η μητέρα του έκανε λάθος: δεν ήταν κακοί φίλοι. Ίσως, σκέφτηκε, να μην υπάρχουν καλοί ή κακοί φίλοι -πιθανόν να υπάρχουν απλώς φίλοι, άνθρωποι που σου στέκονται όταν πονάς και σε βοηθάνε να μην νιώθεις τόσο μόνος. Και ίσως αυτοί οι άνθρωποι ν' αξίζουν να φοβάσαι για χάρη τους, και να ελπίζεις για χάρη τους, και να ζεις για χάρη τους. Ίσως ν' αξίζουν και να πεθαίνεις για χάρη τους, αν έτσι πρέπει να γίνει. Όχι καλοί φίλοι. Όχι κακοί φίλοι. Απλώς άνθρωποι με τους οποίους έχεις ανάγκη, να είσαι μαζί· άνθρωποι που χτίζουν τα σπίτια τους μες στην καρδιά σου.
-----
[...] μόλις τα όνειρα γίνουν αλήθεια, ξεφεύγουν από την εξουσία αυτού που τα βλέπει και αποκτούν τη δική τους θανάσιμη υπόσταση, ικανή για αυτόνομη δράση.
-----
"Όποιος λέει την αλήθεια κάνει τον Διάβολο να ντρέπεται", έλεγε η μάνα μου, ξέχασε όμως να μου πει ότι μερικές φορές δεν μπορείς να κάνεις τον Διάβολο να ντραπεί όταν είσαι ξεμέθυστος. Οι Ιρλανδοί το ξέρουν αυτό, αλλά, βέβαια, οι Ιρλανδοί είναι οι λευκοί αράπηδες της πλάσης και ποιος ξέρει, ίσως είναι ένα βήμα μπροστά.
-----
Με τι τρέφεται στ' αλήθεια το Αυτό; Ξέρω ότι μερικά από τα παιδιά είχαν εν μέρει φαγωθεί [...] αλλά ίσως είμαστε εμείς που σπρώχνουμε το Αυτό να κάνει κάτι τέτοιο. Στο κάτω κάτω, όλοι μας δεν μαθαίνουμε, και μάλιστα από πολύ μικρή ηλικία, ότι αυτό που κάνουν τα τέρατα όταν σε πιάνουν στην καρδιά του δάσους είναι να σε φάνε; [...] αυτό με το οποίο τρέφονται όλα τα τέρατα είναι η πίστη -έτσι δεν είναι;  [...] η τροφή μπορεί να είναι ζωή, ωστόσο η πηγή της δύναμης δεν είναι η τροφή αλλά η πίστη. Και υπάρχει άραγε κάποιος ικανότερος απ' ό,τι ένα παιδί για πράξεις απόλυτης πίστης;
-----
[...] η πίστη είναι νόμισμα με δύο όψεις. Αν υπάρχουν δέκα χιλιάδες χωρικοί που δημιουργούν βρικόλακες πιστεύοντας στην ύπαρξή τους, τότε ίσως υπάρξει και ένας -μάλλον ένα παιδί- που θα επινοήσει με τη φαντασία του και τον πάσσαλο για την εξόντωσή τους. Ο πάσσαλος όμως δεν είναι παρά ένα κομμάτι ξύλο· το μυαλό είναι το σφυρί που τον καρφώνει στο κατάλληλο σημείο.
-----
Τελικά, όταν τα προσωπεία του τρόμου πέφτουν, ίσως να μην υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί ο ανθρώπινος νους να αντιμετωπίσει.
-----
Γελάς επειδή ό,τι είναι φοβερό και άγνωστο είναι επίσης αστείο, γελάς όπως ένα μικρό παιδί μερικές φορές γελάει και συνάμα κλαίει όταν το πλησιάζει ένας μπουφόνος κλόουν στο τσίρκο, ξέροντας πως υποτίθεται ότι είναι αστείο... αλλά πως επίσης είναι κάτι άγνωστο, γεμάτο από την αιώνια δύναμη του Αγνώστου.
-----
Ανησυχία και επιθυμία. Όλη η διαφορά ανάμεσα στο πρέπει και το θέλω -η διαφορά, για παράδειγμα, ανάμεσα στον ενήλικα που υπολόγιζε τις πιθανές συνέπειες και το παιδί που απλώς καβαλούσε κι έφευγε. Η διαφορά, ένας ολόκληρος κόσμος. Και. παρ' όλα αυτά, στην πραγματικότητα, δεν υπήρχε καμία διαφορά. Ήταν οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Αυτό που ένιωθες στο λούνα παρκ όταν το τρενάκι σου έφτανε στην κορυφή της πρώτης μεγάλης κατηφόρας, εκεί όπου πραγματικά αρχίζει ο γύρος.

Ανησυχία και επιθυμία. Αυτό που θέλεις κι αυτό που φοβάσαι να δοκιμάσεις. Εκεί που ήσουν κι εκεί που θέλεις να πας. Κάτι σ' ένα ροκ εντ ρολ τραγούδι που μιλάει για την επιθυμία σου για το κορίτσι, το αυτοκίνητο, για το μέρος όπου θέλεις να βρεθείς, για τον άνθρωπο που θέλεις να είσαι. Το πιάνεις, Θεέ μου, το πιάνεις;
-----
[...] αν η ζωή μάς διδάσκει κάτι, είναι ότι το καλό τέλος επαναλαμβάνεται τόσο συχνά ώστε η λογική του ανθρώπου που πιστεύει ότι δεν υπάρχει Θεός να αποδεικνύεται εξαιρετικά αμφίβολη.
-----
[...] τα φαντάσματα των παιδιών που στέκουν μέσα στο νερό το ηλιοβασίλεμα, σχηματίζοντας κύκλο, που στέκουν πιασμένα χέρι χέρι, με πρόσωπα νέα, σίγουρα, αλλά σκληρά... αρκετά σκληρά, τέλος πάντων, για να μετουσιωθούν στους ανθρώπους που θα γίνουν μεγαλώνοντας, αρκετά σκληρά για να καταλαβαίνουν, ίσως, ότι οι άνθρωποι που θα γίνουν πρέπει κατ' ανάγκην να γεννήσουν τους ανθρώπους που ήταν κάποτε προτού επιχειρήσουν να κατανοήσουν την ανθρώπινη θνητότητα. Ο κύκλος κλείνει, ο τροχός κυλάει, κι αυτό είναι όλο.
-----
Να είσαι αληθινός, να είσαι γενναίος, να κρατάς το κεφάλι ψηλά.

Όλα τα άλλα είναι σκοτάδι.
-----
[...] σκέφτεται ότι είναι καλό να είσαι παιδί, αλλά ότι είναι επίσης καλό να είσαι ενήλικας και ικανός να μελετάς το μυστήριο της παιδικής ηλικίας... τα πιστεύω και τις επιθυμίες της. [...] είναι ωραίο να το πιστεύει για λίγο [...] ότι η παιδική ηλικία έχει τα δικά της γλυκά μυστικά και επιβεβαιώνει τη θνητότητα, και ότι η θνητότητα ορίζει όλο το θάρρος και την αγάπη. Να πιστεύει πως ό,τι έχει δει μπροστά πρέπει επίσης να δει και πίσω, και ότι η κάθε ζωή δημιουργεί τη δική της μίμηση της αθανασίας: έναν τροχό.

Stephen King, Το Αυτό (Τόμοι Ι & ΙΙ), μετάφραση Έφης Τσιρώνη, εκδόσεις Κλειδάριθμος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Οι... "300" ηρωικοί αναγνώστες